Goya – πόθος και ίλιγγος

  • Post category:Ζωγραφική
  • Reading time:Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπ.

Ένα χαστούκι απ’ όποια maja
Αξίζει περισσότερο
Από όλα μαζί τα κομπλιμέντα
Που κάνουν οι madamas:
Γιατί, όπως λέγεται,
Το πρώτο είναι όλο τρυφερότητα
Ενώ το δεύτερο, απογοήτευση.

Βλέπουμε ολοκάθαρα εδώ, λοιπόν, την ιδέα του διχασμού ανάμεσα στον σεβασμό, που συμβαδίζει με την αγάπη αλλά και την απογοήτευση, και στον αισθησιασμό, την ηδονή, που πάει με μια γυναίκα, η οποία θεωρείται εύκολη και διαθέσιμη για κάθε τι, έστω κι αν δεν εμπνέει αγάπη. Θα δούμε πόσο βάρυνε αυτό στη σύλληψη των σχετικών έργων του Γκόγια.

Ο Γκόγια έχει φτιάξει, από το 1776 κιόλας, έναν πίνακα επιγραφόμενο «Γεύμα στην ύπαιθρο», όπου αναδεικνύει την εικόνα του majο και της maja. Άρα την ιδέα της maja την έχει στο μυαλό του και στην εικονογραφία του, στο έργο και στη φαντασία του από πολύ νωρίς (24 τουλάχιστον χρόνια πριν ζωγραφίσει τη «Μάγια»). Οπότε, ζώντας εκείνο τον καιρό, συναντά έτσι τη μεγάλη ιστορία. Κάτι του λέει αυτή η ιστορικά καθορισμένη μορφή, που εμφανίζεται κατ’ επανάληψη στα έργα του, όπως π.χ. «Ο πότης» του 1777, «Τυφλός κιθαρωδός» του 1778, «Πωλήτρια πήλινων σκευών» του 1778, «Πλανόδια οπωροπώλις» του 1778 πάλι… Ας σημειωθεί ότι το ενδιαφέρον του Γκόγια συμπορεύεται με κάτι σαν λατρεία του μαχισμού, που αναπτύχθηκε στη Μαδρίτη στο τέλος του 18ου αιώνα: Τους Μαδριλένιους τότε τους είχε πιάσει κάτι όπως εμάς τους Έλληνες πριν μισό αιώνα, που αγαπήσαμε όλοι απότομα το μπουζούκι, από τότε που ο Χατζιδάκις το εξευγένισε λίγο και μετά ήρθε και ο Τσιτσάνης – και ξάφνου όλοι οι Έλληνες γίναμε συνώνυμοι με το μπουζούκι. Δεν ήταν αυτονόητα, ούτε πάντα έτσι. Όπως ξέρετε, πριν τον Χατζιδάκι το μπουζούκι ήταν το καταφρονεμένο πράγμα, ένα στοιχείο του περιθωρίου. Και όμως, έφτασε η ώρα που η ρεμπετιά μετατράπηκε σε αγαθό ευρείας αστικής και μικροαστικής κατανάλωσης. Ας είναι….

Κάπως έτσι έγινε και με τον μαχισμό: Η μαγκιά κι ο τσαμπουκάς του majο έγινε πρότυπο της εποχής, καθώς προφανώς αντιπροσώπευε και τη δυναμική διεκδικητικότητα μιας ανερχόμενης κοινωνικής δύναμης. Είχε λοιπόν προκύψει κάπως μια λατρεία – ο majο είχε αναγορευθεί σε είδωλο των ανθρώπων εκείνου του καιρού. Μάλιστα, ενώ στην αρχή οι majos προσπαθούσαν να μιμούνται τους αριστοκράτες, μετά οι αριστοκράτες άρχισαν να μιμούνται τους majos. Κι εδώ πάλι βλέπουμε ό,τι έγινε και στην ιστορία με τα ρεμπέτικα, τα μπουζούκια, τη μαγκιά – πώς μαγκέψαμε όλοι απότομα. Στα έργα του Γκόγια, λοιπόν, ο εν λόγω τύπος ανθρώπου συναντιέται συχνά και από παλιά. Το τι θέση έχει στη φαντασία του, θα το δούμε με κάποιες εστιάσεις στο συγκεκριμένο έργο.