Le Corbusier: Η διασπορά του δημιουργού

Αρχιτεκτονική και υποκειμενικότητα

Η υποκειμενικότητα είναι συμφυής με την αρχιτεκτονική. Συνιστά την αρχή που συνέχει το προσωπικό αρχιτεκτονικό έργο, και συμπυκνώνεται στο διακριτό ύφος[i] του αρχιτεκτονούντος υποκειμένου.

Ο κάνναβος αυτής της συνοχής αντιστοιχεί στη χαρακτηριστική αίσθηση του κόσμου που διακρίνει τον αρχιτέκτονα. Αίσθηση που καθορίζεται από τη φαντασίωση του υποκειμένου, με την ψυχαναλυτική εκδοχή του όρου   ̶ τουτέστιν, ως υπόστρωμα της ψυχικής πραγματικότητας, του κόσμου του υποκειμένου. Η θεμελιακή φαντασίωση αντιστοιχεί σε ένα πλάσμα φαντασίας και λόγου, που ορίζει την κατά φαντασίαν περιγραφή του κόσμου και της θέσης του υποκειμένου σ’ αυτόν (π.χ. σωτήρας, θύμα, ήρωας…).

Η θεμελιακή φαντασίωση συνιστά την κύρια διαμεσολάβηση ανάμεσα στο δομικό υποκείμενο του Ασυνείδητου και την έμπρακτη  εκδήλωση της επιθυμίας του υποκειμένου, όλως ιδιαιτέρως στα πεδία της φαντασίας, του πάθους και της δημιουργίας. Ως εκ τούτου, η αρχιτεκτονική είναι η φαντασίωση του αρχιτέκτονα (ανα)διατυπωμένη στη γλώσσα της κατασκευής. Και το σημαίνον κτίσμα, ως ενσάρκωση του ύφους και της αίσθησης του κόσμου, αντιπροσωπεύει μια κτισμένη εκδοχή της εκάστοτε υποκειμενικότητας.

Η υποκειμενικότητα έχει διττή υπόσταση:

Από τη μια, το δομικό υποκείμενο του Ασυνειδήτου, που χαρακτηρίζεται από προσωπική ιστορικότητα και μοναδικότητα, ευστάθεια, συνοχή και συνέχεια. Αντιπροσωπεύει την εν τω βάθει αυθεντική, συμβολική ταυτότητα του υποκειμένου, μήτρα της απόλυτα προσωπικής του ένταξης σ’ έναν απόλυτα μοναδικό προσωπικό κόσμο.

Από την άλλη, το σύστημα των εγωτικών ταυτίσεων (ρόλοι, φορέματα, προσωπεία, φαντασιακές ταυτότητες), που συγκροτείται με δάνεια είδωλα τα οποία θα μπορούσαν να υπηρετήσουν τις βλέψεις του Εγώ στις μεταβαλλόμενες περιστάσεις, ως εργαλεία επιτυχίας. Χαρακτηρίζεται από φαντασιακή μεταβλητότητα  ̶ τουτέστιν,  εξελισσόμενες και αντιμεταλλάξιμες ταυτίσεις με σαγηνευτικές μορφές που αιχμαλωτίζουν το Εγώ σε παίγνια κατοπτρισμού, γοητείας, σύγκρισης και ανταγωνισμού με τον άλλον ως όμοιο. Δηλαδή, με τον άλλον ως έχοντα τουλάχιστον ένα κοινό στοιχείο με το Εγώ, το οποίο συνάπτει σχέσεις μαζί του με την αναγκαία μεσολάβηση του εν λόγω κοινού στοιχείου. Ως εκ τούτου, σε μεγάλο βαθμό ετεροκαθορίζεται (π.χ. ταύτιση με τους εκάστοτε αστέρες του σταρ σύστεμ). Αντιπροσωπεύει επιπολής ταυτοτικές διεργασίες και χαρακτηρίζεται από παροδικότητα, κατοπτρικότητα, αλλοτρίωση, αστάθεια, πολλαπλότητα και ασυνέχεια.