You are currently viewing Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν!

Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν!

  • Post category:Βιβλία
  • Reading time:Χρόνος ανάγνωσης 1 λεπ.

Στις σχέσεις γονέων και τέκνων, η ασυμμετρία είναι ολοφάνερη. Ας ρίξουμε μια γρήγορα ματιά στην περίπτωση του μικρού παιδιού: Μπορεί να μοιάζουν τα μαλλιά, τα μάτια, η μύτη και το στόμα και “το τούτο του” με τα μαλλιά, τη μύτη, τα μάτια και το στόμα και “το τούτο” του ενός ή του άλλου γονιού. Όμως, για τις τοπικές αυτές ομοιότητες, πόσες βιολογικές ασυμμετρίες: Στο ανάστημα, στο φύλο (ως προς τον ένα βιολογικό γονέα), στη φωνή, στη μυϊκή ισχύ… σε τόσα.

Είναι λοιπόν χειροπιαστές οι βιολογικές ασυμμετρίες. Άλλο τόσο χειροπιαστές είναι, ωστόσο, και οι συμβολικές ασυμμετρίες, καθώς και οι συνέπειες και οι επιπτώσεις τους: Οι γονείς θα δώσουν το όνομά του στο παιδί, όχι το παιδί στους γονείς του. Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να το φροντίζουν, σε κλίμα στοργής, σεβασμού και ασφάλειας, μέχρι να ενηλικιωθεί. Οι γονείς θα μεταδώσουν τη γλώσσα (τη μητρική γλώσσα) και τα θεμελιώδη στοιχεία του πολιτισμού στο παιδί, όχι το αντίστροφο. Το παιδί έχει την υποχρέωση να πάει στο σχολείο που θα επιλέξουν οι γονείς του σύμφωνα και με τους νόμους (π.χ. εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση στη σημερινή Ελλάδα). Το παιδί έχει την υποχρέωση να σέβεται τους γονείς του. Σε θέματα κοινής ζωής, όπως οι ώρες φαγητού και ύπνου ή το ύψος των διαθέσιμων για το παιδί χρημάτων, οι γονείς έχουν την υποχρέωση να ακούσουν τη γνώμη, τις ευχές και τις προτιμήσεις του παιδιού τους, αλλά και να λάβουν εκείνοι την τελική απόφαση, στην οποία το παιδί υποχρεούται να εναρμονισθεί.

Είναι προφανές ότι μιλάμε για οικογένειες όπου οι γονείς δεν είναι τόσο διαταραγμένοι ώστε οι απόψεις και οι αποφάσεις τους να είναι εντελώς παράλογες και άσχετες με τις πραγματικές ανάγκες και επιθυμίες του παιδιού τους. Σε τέτοιες “συνηθισμένες οικογένειες ”, λοιπόν, είναι φανερό ότι υπάρχουν και ότι σχεδόν σε κάθε περίπτωση εκδηλώνονται οι συστατικές ασυμμετρίες της πραγματικότητας – της βιολογικής και της συμβολικής. Λέω “σχεδόν σε κάθε περίσταση”, γιατί σε κάποιες οριακές στιγμές (κύρια, στο παιχνίδι και στις πλάκες) μπορεί να γίνουν και οι γονείς για λίγο “ξανά παιδιά” – και να παίζουν έτσι με το παιδί τους. Όμως, αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε, ακόμη και σ’ αυτές τις ώρες που όλοι “κάνουν σαν παιδιά”, οι γονείς δεν παύουν, έστω και μόνο “παρασκηνιακά”, να έχουν και ασύμμετρες λειτουργίες: Την έγνοια τους για την ασφάλεια του παιδιού μέσα στο παιχνίδι, για την ακεραιότητα των επίπλων και των αντικειμένων, για την ώρα που θα σταματήσει το παιχνίδι…Μπορεί αυτές οι λειτουργίες των γονιών στο πλαίσιο του παιχνιδιού να καθίστανται κάπως “αφανείς”, να κρύβονται στο παρασκήνιο. Όμως, ακόμη και στο πλαίσιο του παιχνιδιού οι γονείς παραμένουν, σε κάποιες πλευρές τους, γονείς, επιφορτισμένοι με φροντίδες που είναι αδιανόητο να περιμένεις από το παιδί να τις αναλάβει: Ας φανταστούμε τι θα γίνει αν ο μικρός Αλέξανδρος ή η μικρή Ναταλία έχουν μόνοι εκείνοι την ευθύνη για το πώς, που, πότε και πόσο θα παίξουν με τους γονείς τους ή με τους συνομηλίκους τους…

Οι δομικές ασυμμετρίες που χαρακτηρίζουν τις θέσεις, τις σχέσεις και τις λειτουργίες γονιών και παιδιών είναι, συνεπώς, πάντοτε παρούσες και ενεργές – ακόμη και όταν το προσκήνιο επιτρέπει την εντύπωση ότι έχουν μπει σε παρένθεση. Επειδή μάλιστα, εδώ και πολλά χρόνια, η Δυτική Ευρώπη πλήττεται από την τάση “γονείς φιλαράκια”, με δυσάρεστα αποτελέσματα, θέλω να πω μια απλή κουβέντα: Γονείς, από σας το παιδί σας δεν θέλει να του δώσετε “φιλαράκια”. Δεν περιμένει από τους γονείς του να καλύψουν και την ανάγκη του για φίλους και φιλία – να είναι, σα να λέμε, “διπλής όψεως”, και γονείς και φίλοι, άνθρωποι για όλες τις δουλειές. Ακριβέστερα, φίλους θα ψάξει και θα βρει τόσο πιο εύκολα και ουσιαστικά, όσο λιγότερο σφιχτός είναι ο εναγκαλισμός της οικογένειας. Δηλαδή, όσο πιο πολύ χώρο για φίλους του αφήνουν οι γονείς και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του κι όσο πιο πολύ αισθάνεται το κάλεσμα για να ανοιχτεί στον κόσμο πέρα από την οικογένεια. Κι αν ακόμη προκύψει, ανάμεσα σε κάποιους γονείς και κάποια παιδιά, κάποιες στιγμές, μια πτυχή φιλίας, και πάλι αυτή η φιλία είναι ασύμμετρη. Αρκεί να αναλογιστούμε το εξής: ακόμη και αν το παιδί θέλει και μπορεί να σας εμπιστευθεί τα πάντα, εσείς δεν μπορείτε, ούτε και επιτρέπεται να μοιραστείτε μαζί του τα πάντα! Πως θα μοιραζόσαστε μαζί του, αλήθεια, τις οικονομικές κι επαγγελματικές σκοτούρες σας, τις οικογενειακές εντάσεις και συγκρούσεις, τις συναισθηματικές σας ταραχές και εμπλοκές; Το παιδί ούτε αντέχει να επωμισθεί τέτοια συναισθηματικά φορτία, ούτε έχει τον διανοητικό εξοπλισμό και την εμπειρία ώστε να συζητήσει τέτοια θέματα και να μοιραστεί τέτοια βάρη μαζί σας…