«Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν!». Ενα βιβλίο που διαβάστηκε, αγαπήθηκε και κουβεντιάστηκε από πάρα πολλούς σε βαθμό που 10 χρόνια μετά, αφού έχει ήδη πουλήσει 100.000 αντίτυπα, επανεκδίδεται. Ενα βιβλίο από τις εκδόσεις Μεταίχμιο που όπως ο ίδιος ο συγγραφέας του λέει μιλώντας στις «Νησίδες», είναι ταυτόχρονα μια επιστημονική μελέτη και μια εμπιστευτική επιστολή σε γονείς που σκέφτονται. «Απευθύνεται σε συνήθεις γονείς, που μέσα σε συνήθεις οικογένειες ανατρέφουν συνήθη παιδιά. Και στην πορεία συναντούν δυσκολίες, απορίες και προβλήματα», λέει ο Νίκος Σιδέρης.
● Ποια είναι η βασική ιδέα του βιβλίου;
Οτι η τέχνη του γονιού είναι μια τέχνη που έχει από μόνη της τεράστια αξία ανθρώπινη για τον ίδιο τον γονιό και μεγάλη ηθική ανταμοιβή αν γίνει αρκετά καλά, όχι τέλεια. Η φιλοσοφία της γονεϊκής λειτουργίας είναι δύο λέξεις: αγάπη και κανόνες. Δηλαδή, όχι αγάπη όπως όπως, άτεχνη, αλλά έντεχνη αγάπη, όπως όταν μαθαίνεις να παίζεις ποδόσφαιρο – κάνεις λίγα φάουλ αλλά φροντίζεις να μη βγεις έξω από το παιχνίδι. Τέλειος δεν είναι κανείς, αλλά μπορούμε να μάθουμε να κάνουμε αυτή την τέχνη με τον καλύτερο τρόπο όσο είναι ανθρωπίνως δυνατόν.
Είναι ένα βιβλίο που δίνει τα εργαλεία στους γονείς και ταυτόχρονα τους απενοχοποιεί, τους ησυχάζει γιατί δεν περιλαμβάνει λίστες με τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Γιατί το καύσιμο και η ψυχή της δουλειάς του γονιού είναι η αγάπη. Δεν μπορεί επομένως να γίνει με τον φόβο και τον τρόμο του λάθους και των ενοχών που ακολουθούν.
● Γράφετε ότι η θέση του γονιού είναι πολύ κοντά και λίγο πιο ψηλά από το παιδί. Τι εννοείτε;
Για να μπορέσει ένας γονιός να λειτουργήσει εποικοδομητικά με το παιδί του χρειάζεται να βρίσκεται σε μια ορισμένη θέση. Το λίγο πιο ψηλά σημαίνει ότι ναι μεν παρακολουθεί το παιδί του το οποίο βρίσκεται στον κόσμο των ευχαριστήσεων, αλλά λαμβάνει υπόψη του και τα κατοπινά.
Οταν πάει 8 η ώρα και τα παιδιά παίζουν θα πρέπει να κάνει αυτό που δεν θα έκανε ποτέ κανένα παιδί, δηλαδή να πει «είναι 8 η ώρα, αρκετά παίξαμε για σήμερα». Τόσο κοντινό είναι το πιο ψηλά, το οποίο περιλαμβάνει βέβαια και άλλες μεγάλες αποφάσεις που θα επηρεάσουν τη ζωή του παιδιού, όπως σε ποιο σχολείο θα πάει, τι εξωσχολικά μαθήματα θα παρακολουθήσει κ.ο.κ.
Για το παιδί η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι έτοιμη, «ό,τι κάνουν οι φίλοι μου», το οποίο δεν είναι πάντα η άριστη λύση.
Το πολύ κοντά δεν σημαίνει μόνο συναισθηματικά πολύ κοντά, φυσικά πολύ κοντά, χρονικά πολλή ώρα, σημαίνει -και αυτό είναι το πιο ουσιώδες- να γνωρίζω τον κόσμο του παιδιού μου. Αυτό θα πει έχω έστω μια αδρή ιδέα για το πώς σκέφτεται ένα παιδί στην ηλικία που είναι το παιδί μου και πηγαίνω να το «συναντήσω» εκεί που είναι, μιλάω τη γλώσσα του.
Ακόμα βαθύτερα θα πει γνωρίζω τα περιεχόμενα της σκέψης και της ψυχής του παιδιού μου. Γνωρίζω τι του αρέσει, με τι ενοχλείται, με τι γελάει, τι του αρέσει να τρώει, τι μουσική ακούει, τι του αρέσει να διαβάζει, να παίζει, να βλέπει, ποιους φίλους του αγαπάει και γιατί κ.ο.κ. Κατανοώ ακόμα ώς πού μπορώ να φτάσω και πού δεν πρέπει να πάω μια δεδομένη στιγμή.
Αυτό το να γνωρίζω τον κόσμο του παιδιού μου, τον τρόπο σκέψης και την κουλτούρα, τα περιεχόμενα της παιδικής ψυχής και του παιδικού κόσμου είναι το κλειδί για να γίνεται με ευτυχή τρόπο η συνάντηση των μεγάλων με το παιδί.
Αυτή είναι η θέση του γονιού που λειτουργεί πάντα για καλό, κρατάει πάντα ανοιχτά τα κανάλια επικοινωνίας, τους συναισθηματικούς δεσμούς, τις σχέσεις εμπιστοσύνης. Και όλο αυτό με έναν τρόπο που είναι συντονισμένος με το τι ευχαριστεί το παιδί του, γιατί ο κόσμος του παιδιού κατ’ αρχήν είναι ένας κόσμος με φόβους αλλά κυρίως με πράγματα που το ευχαριστούν.
● Τι καινούργιο περιλαμβάνει η νέα έκδοση του βιβλίου;
Υπήρχε ένα θέμα που έθιγα στην πρώτη έκδοση αλλά δεν ανέπτυξα. Επειδή επανερχόταν από τη συζήτηση με τους ανθρώπους κατάλαβα ότι πρέπει να το αναπτύξω. Τι κάνουμε λοιπόν όταν το παιδί έχει «ξεφύγει»; Είναι 5, 7, 14, 16 και μιλάει άσχημα, δεν ακούει τίποτα, βρίζει, χτυπάει, κάνει πράγματα που είναι έξω από κάθε λογική.
Οταν δεν έχουμε από την αρχή ακολουθήσει το «αγάπη και κανόνες» αλλά το «αγάπη ίσον παροχές» κι έχει γίνει μια τυραννία μέσα στο σπίτι, λόγω έλλειψης αγωγής. Οι γονείς τα έχουν τελείως χαμένα, τρέχουν πίσω από το παιδί στο οποίο έχουν αφήσει τα ηνία που είναι σαν να αφήνεις ένα αυτοκίνητο με 200 ίππους να το οδηγεί το παιδί.
Τότε προσπαθούμε να φέρουμε το παιδί σε μια φιλοσοφία που είναι σύμφωνη με το «αγάπη και κανόνες», δεν περιλαμβάνει τιμωρίες, μια τεχνική που ονομάζω «μαθητεία της ελευθερίας». Τοποθετείται ο γονιός απέναντι στο παιδί και του λέει να διαλέξει ό,τι θέλει αλλά να φέρεται πολιτισμένα, ευγενικά.
Οταν το παιδί ακόμα και όταν είναι έφηβος θέλει κάτι που το ευχαριστεί κατά κανόνα χρειάζεται να το ζητήσει από τους γονείς του. Επομένως οι γονείς κρατούν όλα τα καλά χαρτιά.
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο “Νησίδες” της Εφημερίδας των Συντακτών (13-14 Οκτωβρίου 2018)