Ύπαρξη Σκιά

Με αφετηρία το βιβλίο του Γιάννη Σουλιώτη “Κοίτα!… Πετάω!”

Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου  2017

 

Ι. Η αυτοκτονία ως υλικό ανάγνωσης

Το βιβλίο του ποιητή και συγγραφέα Γιάννη Σουλιώτη είναι ένα απάνθισμα από σκιαγραφίες και κείμενα αυτοκτόνων ποιητών.

Πρόκειται για έργο ξεχωριστό, ως σύλληψη και εκτέλεση, όπου συμβιώνουν ευαισθησία και μεθοδικότητα, έμπνευση και κόπος.

Το κατόρθωμα του εν λόγω έργου είναι ότι μετατρέπει μια κατ’ εξοχήν πράξη, ένα ακρότατα κυριολεκτικό συμβάν, όπως η αυτοχειρία, σε υλικό ανάγνωσης. Ήτοι, σε περιβάλλον νοήματος και στοχασμού, με ρίσκο κι απόλαυση. Εικονογραφώντας έτσι, μέσω της εμπειρίας της ανάγνωσης, την υποκείμενη θεώρησή του. Ότι, δηλαδή, ο θάνατος δεν είναι η τελευταία λέξη της ύπαρξης, ακόμη και αν ενδυθεί τον τρόπο της αυτοκτονίας. Γενική θεώρηση, που ειδικότερη έκφανσή της είναι οι ποιητές, σύμφωνα με το χεγκελιανής χροιάς παράθεμα που επιλέγει ως έξεργο ο Σουλιώτης από τον Εγγονόπουλο:

«Γιατί –παρ’ όλες τις πικρίες που τονέ ποτίζουνε –ο ποιητής την άρνηση του θανάτου φέρνει μαζί του κι ακόμη ειν’ αυτός τούτος του θανάτου η άρνηση»

 

ΙΙ. Αυτοκτονία και Επιστήμη του Ψυχικού

Τρεις προτάσεις της Ψυχανάλυσης συνοψίζουν την πεμπτουσία της ψυχικής δυναμικής που υπόκειται της αυτοκτονίας:

  1. Η πρώτη ύλη της αυτοκτονικής παρόρμησης είναι ένας ιδιότυπος συσχετισμός τραύματος και φαντασίωσης. Στον πυρήνα του βρίσκεται η αίσθηση ότι η πραγματικότητα ενοχλεί την ύπαρξη, και ο τρόπος να απαλλαγείς από την ενόχληση της πραγματικότητας είναι να την εξαιρέσεις από την ύπαρξή σου. «Δεν θέλω τον θάνατο. Θέλω τη μη-ζωή. Να μην έχω να κάνω με τα αρνητικά της ζωής» (λόγια αναλυομένης).

Το λεπτό και αμφίσημο στοιχείο εδώ εντοπίζεται στο παράδοξο ότι η πραγματικότητα περιλαμβάνει και τη βιολογική σωματικότητα, δηλαδή τη σωματική ύπαρξη.

  1. Η αυτοκτονική πρώτη ύλη είναι επιδεκτική ψυχικής επεξεργασίας που θα την μετουσιώσει μετατρέποντάς την σε έργο. Έργο της μεταφοράς, της φαντασίας και του λόγου, της απεύθυνσης στον άλλον. Τα ανθολογούμενα ποιήματα εικονογραφούν επαρκώς αυτή τη διεργασία.
  2. Υπό ορισμένες συνθήκες όπου η αυτοκτονική παρόρμηση είναι ισχυρότατη και η μετουσίωση σε έργο δεν επαρκεί ως μεταφορικό περιέχον, τότε ενδέχεται να σημειωθεί επαναγωγή, παλινδρόμηση σε αρχαϊκότατους τρόπους ύπαρξης, που στον πυρήνα τους βρίσκεται η απόλυτη ναρκισσιστική αναδίπλωση στην επένδυση του εαυτού, που μεταφράζεται σε πέρασμα στην πράξη. Μια πράξη που απαλλάσσει το Εγώ από τον κόσμο, άρα και από την ενόχλησή του. Εγώ μου αρκεί, ο κόσμος μού είναι περιττός, άρα εξαφανίσου κόσμε!

Μ’ αυτή την πράξη, το Εγώ απαλλάσσεται ριζικά από κάποιο στίγμα, από κάποιο άγγιγμα του κόσμου που το βαραίνει και δεν το αφήνει να απολαύσει την ύπαρξή του με όρους ευδαίμονος, κλειστής αυτάρκειας και αρτιότητας, δίχως έλλειψη που ανοίγει πάντοτε διαύλους στην παρείσφρηση της πραγματικότητας. Εικονογραφήσεις:

α. Ο σαμουράι που αυτοκτονεί απαλλάσσει την ύπαρξή του από κάποιο αφόρητο στίγμα, «ξεπλένει τη ντροπή (!)», άρα της αποδίδει το ύψιστο ζητούμενο — την τιμή.

β. Ο πατέρας που έβαλε φωτιά στο σπίτι του και θανάτωσε τα παιδιά του και τον εαυτό του άφησε το ακόλουθο σημείωμα: «Δεν αντέχω άλλο. Τι να την κάνω τη ζωή μου. Σας βαρέθηκα όλους». Το μήνυμα αποδεσμεύεται αν αναγνωσθεί ξεκινώντας από το τέλος:  Η πραγματικότητα με ενοχλεί. Η ζωή με εκθέτει στην πραγματικότητα. Δεν θέλω πια επαφή μαζί της. Την καταργώ! (Και επειδή η πραγματικότητα είναι ενόχληση και στα προσαρτήματα του Εγώ μου, όπως τα παιδιά μου, τα απαλλάσσω κι αυτά απ’ αυτή την ταλαιπωρία: Αυτό είναι το νόημα της αλτρουιστικής αυτοκτονίας.)

γ. Ο Ατζεσιβάνο, κατά Σικελιανό, απαλλάσσεται από τη διάσταση της σωματικής ύπαρξής του για να διατηρήσει αιώνια ανενόχλητο “της ύπαρξής του το μεγάλο αστάχυ,/ που γέρνει πια, με θείαν αταραξία!”

 

ΙΙΙ. Με τον τρόπο του Georg Trakl

Ο Γ. Σουλιώτης ανθολογεί ένα ολιγόστιχο ποίημα του Γκέοργκ Τρακλ:

Δεν έζησα, το ξέρω…

            Πέθανα τόσο μόνος.

            Αυτό είναι αηδιαστικό.

            Φτάνουν τα λόγια

            Μια χειρονομία

            Δεν θα γράψω περισσότερα.

 

 Εδώ ο ποιητής αποδίδει και τις τρεις προτάσεις της επιστήμης της αυτοκτονίας με τον ειδοποιό τρόπο της ποίησης: Με τον λόγο που γεννά απόλαυση, και με την ισχυρή συμπύκνωση.

Δεν έζησα, το ξέρω… Η πραγματικότητα αντιβαίνει στην ιδέα μου περί του άξιου για την ύπαρξή μου βίου.

Πέθανα τόσο μόνος. Προφανώς, η πρόταση δεν είναι διαπιστωτική, αλλά επιτελεστική, ήτοι περιγραφή του ευκταίου, που ισοδυναμεί με τη βεβαιότητα-επιθυμία “Η αυτοκτονία θα με απαλλάξει από όλους και από όλα όσα ενοχλούν”.

Αυτό είναι αηδιαστικό. Ο απόηχος του τραύματος με πρόσημο αρνητικό, που κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδίδει τη φαντασίωση του υποκειμένου. Η οποία, με τα λόγια του Γ. Σουλιώτη, συνίσταται στην αίσθηση ότι “η ποίησή του είναι το πεδίο… μια βοήθεια να αντιμετωπίσει το Πνεύμα του Κακού, που τον ακολουθεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, χωρίς να μπορεί να λυτρωθεί απ’ αυτό” (σελ. 71).

Φτάνουν τα λόγια

            Μια χειρονομία

            Δεν θα γράψω περισσότερα.

 Η ποίηση υποδέχεται το σύμπλοκο “τραύμα-φαντασίωση” και το μετουσιώνει σ’ αυτό το εξαίσιο έργο του λόγου. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί στο υποκείμενο. Η χώρα του τραύματος (του αηδιαστικού) είναι αχώρητη στις αποικίες της φαντασίωσης και του λόγου. Κι έτσι ο ποιητής οδηγείται πλέον στο επέκεινα του λόγου και της κάθε σιωπής — στην επικράτεια της χειρονομίας εκείνης, που απαλλάσσει το υποκείμενο από τη σκουριά και τη σκόνη της ύπαρξης, αφήνοντάς του την καθαρή αίσθηση της καθαρής ύπαρξης, την οποία τίποτε πια δεν μπορεί να θίξει.

 

IV. Αντίδωρο στον Γιάννη Σουλιώτη

 Ο αναλυτικός λόγος θα μπορούσε να πει ακόμη πολλά. Προτιμώ να τιμήσω το έργο και τον τεχνίτη με έναν άλλο τρόπο, πιο κοντινό στο τι μας έφερε κοντά εδώ απόψε. Με ένα χαϊκού, που σας αφήνω να μαντέψετε τον τίτλο του:

Πέφτω στο χώμα

            Το σώμα μου σώνεται

            Η σκιά μου όμως